Η Επιτροπή δημοσιεύει την τελική έκθεση της ομάδας εμπειρογνωμόνων για τις ποιοτικές επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, με τον τίτλο «Επενδύοντας στο μέλλον μας: ποιοτικές επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση». Η έκθεση των εμπειρογνωμόνων επικεντρώνεται στον καλύτερο τρόπο επένδυσης δημόσιων πόρων σε τέσσερις βασικούς τομείς δαπανών για την εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ: εκπαιδευτικοί και εκπαιδευτές, εκπαιδευτικές υποδομές, ψηφιακή μάθηση και ισότητα και ένταξη.

 

Η ομάδα εμπειρογνωμόνων εντοπίζει ελπιδοφόρες πρακτικές εκπαίδευσης και κατάρτισης σε εθνικά πλαίσια, οι οποίες μπορούν να χρησιμεύσουν ως πηγή έμπνευσης για τις κυβερνήσεις και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε ολόκληρη την ΕΕ. Σε αυτές περιλαμβάνονται πρωτοβουλίες για τη μείωση του εργασιακού άγχους των εκπαιδευτικών, την προώθηση της ευημερίας τους και την αύξηση των παιδαγωγικών ψηφιακών δεξιοτήτων τους· εξατομικευμένα προγράμματα διδασκαλίας και διδασκαλίας από ομοτίμους· προγράμματα οικοδόμησης και ανακαίνισης σχολικών κτιρίων για τη βελτίωση της ποιότητας των εγκαταστάσεων· καθώς και ποιοτική προσχολική εκπαίδευση και φροντίδα. Οι εν λόγω εθνικές πρακτικές και μεταρρυθμίσεις των εκπαιδευτικών πολιτικών ανταλλάσσονται τακτικά στο πλαίσιο του στρατηγικού πλαισίου για τον Ευρωπαϊκό Χώρο μέσω των ομάδων εργασίας του, ώστε να εμπνέονται θετικές αλλαγές σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η κ. Μαρίγια Γκαμπριέλ, επίτροπος Καινοτομίας, Έρευνας, Πολιτισμού, Εκπαίδευσης και Νεολαίας, χαιρετίζει την έκθεση: «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι όλοι οι νέοι Ευρωπαίοι λαμβάνουν την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση. Η προώθηση ποιοτικών επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση αποτελεί βασική πολιτική προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση και είναι απαραίτητη για την υλοποίηση του Ευρωπαϊκού Χώρου Εκπαίδευσης έως το 2025.»

Τα πορίσματα υπογραμμίζουν επίσης τη σημασία της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών πολιτικών σε κάθε χώρα, η οποία με τη σειρά της θα μπορούσε να καθοδηγήσει τις μελλοντικές επενδυτικές αποφάσεις προς όφελος των μαθητών, των εκπαιδευτικών και ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας.

 

Ενώ τα συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης διαφέρουν από χώρα σε χώρα, τα κράτη μέλη της ΕΕ αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις στον τομέα της εκπαίδευσης και της κατάρτισης. Σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η ΕΕ διοχετεύει περισσότερη χρηματοδότηση από ποτέ στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, η έκθεση επισημαίνει επίσης τις προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας των δαπανών, προκλήσεις ως προς τις οποίες οι κοινές προσεγγίσεις θα μπορούσαν να είναι επωφελείς:

 

  • την έλλειψη αξιόπιστων δεδομένων σχετικά με τον αντίκτυπο των στοχευμένων επενδύσεων στα πραγματικά μαθησιακά αποτελέσματα. Απαιτούνται περισσότερα στοιχεία, και η Επιτροπή είναι έτοιμη να εργαστεί προς την κατεύθυνση αυτή στηρίζοντας την αξιολόγηση της εκπαιδευτικής πολιτικής.
  • Είναι αναγκαίο να αναπτυχθούν πιο αξιόπιστες αξιολογήσεις των εθνικών εκπαιδευτικών πολιτικών εν γένει. Εδώ περιλαμβάνεται η ανάγκη εμπειρογνωμοσύνης σχετικά με τις μεθόδους αξιολόγησης μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής και η διάδοση των πορισμάτων σε επίπεδο ΕΕ.

Για τη βελτίωση των ποιοτικών επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση στην ΕΕ, η Επιτροπή θα δρομολογήσει πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους μια νέα πρωτοβουλία για να θέσει στη διάθεση των κρατών μελών ευέλικτα αλλά στοχευμένα εργαλεία, μεθόδους και εμπειρογνωμοσύνη, προκειμένου να τα στηρίξει στην αξιολόγηση των εκπαιδευτικών πολιτικών τους.